ανήλιαγο βάθος
γεμάτο(ς)
βαθύ το βλέμμα που κρατάς κρυφό
φανέρωσέ το
ίσως να σπάσεις μα ίσως σε κάνει δυνατό
πόσο φοβάσαι
χέρια που ανοίγουν
μπας και κρυφτεί μέσα κορμί
υπομονή που γίνεται μετάξι
πριν καταπιεί τη γλώσσα η σιωπή
προφύλαξέ το(ν)
τότε να κλαις για κάτι υποφερτό
αφού γελάς με ό,τι σε παιδεύει
έτσι δεν είναι πάντα;
κομμένα δυο
όλα σε β’ ενικό
δεν είναι που κρατάς κλειστά τα μάτια
είναι που εκδικείσαι τα όνειρά σου
εσύ τον φέρνεις χαλασμό
σαν ξύπνιος δεν γνωρίζεις το γιατί
μα η ψυχή θυμάται
ανήλιαγο στο μέσα σου βλέπεις αβαθές
κενό(ς)
***
αυθάδης Άνοιξη
της Άνοιξης
την πρώτη στιγμή
ήθελα
έτσι
να καρφώσω μέσα σου
με δύναμη
μπας και καταφέρω
να σβήσω
αυτή τη λάμψη
των ματιών σου
την αυθάδικη
ήθελα αμνησιακά και ως επισκέπτης
συλλαβίζοντας ψευδαισθήσεις
και ήταν αυτό που
έφερε τη στιγμή εδώ
η Άνοιξη
***
όσο εξαντλείσαι τόσο αγαπάς
έτσι όπως έχασα φως, χρώμα, ελπίδα
πριν καν προλάβω να χαρώ
έτσι τις έζησα
ιστορίες που τρομάζουν τον άνθρωπο
σε μια διαδρομή μέσα στο γκρι ντυμένη
στον χαλασμό του κόσμου
έτσι διδάχτηκα απώλεια και ζέση
σαν μια φωνή που απόηχο δεν έχει
όπως μιλούν τα φύλλα όταν φυσά
δεν θέλω τίποτε άλλο παρά να πω
πως όσο εξαντλείσαι τόσο αγαπάς
μονάχα έτσι σπαρταρούν τα σπλάχνα
δεν είναι η αγάπη η μόνη γιατρειά;
σαν ίσος με ίσο κοίτα με
και ας μην κοιτώ σέ ευθεία
δεν είναι από τύχη ώριμα τα μάτια
μα είν’ η ανάγκη που τα κρύβω
αυτά είναι που ονειρεύτηκα απόψε
μια μέρα μέλλον θα γεννώ
έτσι όπως φως και χρώμα τα ονόμασα ελπίδα
[από την ποιητική συλλογή “από το τέλος ξεκινά η αρχή” Εκδόσεις Οδός Πανός, Αθήνα Ιούνιος 2020]