Η νύχτα δεν λέει πια παραμύθια, ακούω μόνο ένα ξύλινο πόδι να σέρνεται μέχρι την πόρτα του μπάνιου, την κλειδώνεις για να μη βλέπω το δέρμα που βγάζεις, για να μην σε ποθώ, για να ξεχάσω το άγγιγμα. Δεν ακούω τις συμπληγάδες πέτρες όταν ενώνονται, ούτε την φωνή της Σειρήνας, μόνο το τελευταίο δελτίο ειδήσεων και το τηλεπαιχνίδι σε επανάληψη. Ξυπνάω με στολίδια ασημένια στα μαλλιά, η μοναξιά θέλει χρώμα ανεξίτηλο. Ζητάει και χώμα, σκάβεις με κουταλάκι του γλυκού τον τοίχο. Σήμερα την άφησες μισάνοιχτη την πόρτα, κυλάει το νερό στο στέρνο, πετάγεται από τα πλευρά στον αέρα, εκτινάσσεται στον καθρέπτη, ένας πίδακας στο μέτωπό μου, στο κέντρο του ένα ελάφι, το σημαδεύω ανάμεσα στα μάτια. Φλεγόμενο δάσος το δωμάτιο με τα αναμμένα ρεσώ, εσύ και εγώ σε ρώσικη ρουλέτα, σου χαμογελώ και τραβάω την σκανδάλη.
[εικόνα: Budet Zima]