Κλόουν | Δημήτρης Καρπέτης

karpetis

Παρατημένα τα εργαλεία σκούριασαν
η ανέχεια σκέπασε τα ροζιασμένα χέρια.
Στην άκρη του ματιού
η ελπίδα μεγαλώνει.
Σήμερα θα φάμε ψωμί
αχνίζει καίει τον ουρανίσκο
καθώς καταπίνουμε τη σάρκα του.
Οι μεγάλοι αποφάσισαν
να κάνουμε τους κλόουν
ζωντανοί να συνεχίσουμε.
Το απόθεμα δύναμης μικραίνει,
η τροφή τελειώνει
όπως καθόμαστε αμέριμνοι.
Αγωνιούμε πότε
θα μας καλέσουν
να ξαναζωντανέψουμε
φορώντας τα ψεύτικα χαμόγελα,
τα στημένα αστεία,
τα χρωματιστά τα ρούχα.
Κλόουν τα κατάφερες και σήμερα
το υπέροχο ξεροκόμματο
σε περιμένει στην έξοδο.
Ίσως αύριο να φας ξανά
από σένα εξαρτάται…
είναι θέμα ευθύνης ατομικής.

2 ποιήματα | Δημήτρης Μπαλτάς

saratsis

Βαφτίσια

«Σκοτώθηκε ακαριαία» δήλωσαν.
«Θεός σχωρέσ’ τον» μοιρολόγησαν.
Είκοσι εφτά χρόνων παλικάρι
έπεσε απ’ την ξεχαρβαλωμένη
σκαλωσιά στο γιαπί που δούλευε
για ένα ξεροκόμματο.

Έφυγε ανάσκελα
με τα μάτια του ορθάνοιχτα
και το κεφάλι του βουτηγμένο
σε μια λίμνη αίματος.

Και τώρα «Θεός σχωρέσ’ τον» λένε
και βαφτίζουν τη δολοφονία
«εργατικό ατύχημα»
για να σώσουν το τομάρι τους.
Λες και κινδυνεύει ποτέ το τομάρι
το δικό τους.

Μιλούν αυτοί που δεν γνωρίζουν
τι θα πει λιοπύρι και μεροκάματο,
που δεν έχουν πιάσει ασβέστη και χώμα.

Μόνο βαφτίσια στα αίτια των θανάτων,
«εργατικό ατύχημα»,
«εργατικό δυστύχημα»,
ρίχνοντας ψευτοεπιδόματα
ντυμένα με δακρύβρεχτες δηλώσεις
στους τάφους των εργατών.

***

Καμώματα

Άνθρωποι κι άνθρωποι
πάνε βόλτες οικογενειακά,
κάνουν συνάξεις φιλικές,
μαγειρεύουν φαγητά λαχταριστά,
διαβάζουν βιβλία λογοτεχνικά,
αγοράζουν ρούχα φινετσάτα,
γράφουν και ποιήματα κάπου-κάπου,
αλλά ποτέ δεν αναρωτιούνται
γιατί τα κάνουν όλα αυτά.
Σε τι αποσκοπούν με τούτα
τα καμώματα.


* από την ποιητική συλλογή Περιγραφές του ανεκπλήρωτου, εκδόσεις Κάκτος, 2022

Οι ιστορίες της Κ. | Καλλιόπη Πασιά

pasia

Εκθέσου. Μια φορά είναι το πέρασμα.

*

Κάνε ένα pause στον χρόνο. Σταμάτα ό,τι κάνεις, όπως το κάνεις κι όπως το σκέφτεσαι, για 4 μήνες. Και μετά λήξε τα όλα. Για να μην βαρεθείς. Ζήστα όλα, πέσε στο πάτωμα, και κλάψε, γέλα, μέθα, τέντωσέ το ως εκεί που δεν πάει. Μετά θα λήξει. Θα ξέρεις πάντα ότι μπορείς να επιστρέψεις εκεί που τα ’χες αφήσει όλα τα υπόλοιπα. Αλλά από αυτό, θα έχεις φύγει.

*

Όσο τολμάμε ακόμη να πλάθουμε ιστορίες σημαίνει ότι μπορούμε και να τις ζήσουμε, και όσο τολμάμε να τις ζούμε σημαίνει ότι μπορούμε και να τις πλάθουμε.

*

Έτσι φτιάχνεται ο κόσμος, μάτια μου, με ψευδαισθήσεις.

*

Η φαντασία και η οικειότητα, το μόνο καταφύγιό μας.

*

Όλη η επιθυμία της συνέχειας δεν έφτασε ποτέ τη δύναμη της αρχής.

*

Κάποιες νύχτες είναι πιο βρώμικες από άλλες. Και πιο υγρές. Περπατάς στον δρόμο και δεν ξέρεις τι να κάνεις το κορμί.

*

Φθορά και απώλεια. Ο κίνδυνος είναι έτσι κι αλλιώς αναπόφευκτος. Αγκαλιάζουμε τους ανθρώπους για να τους γλυκάνουμε.


* αποσπάσματα από το βιβλίο Οι ιστορίες της Κ. εκδ. ΤΡΙ.ΕΝΑ πολιτισμού, 2023

Spleen | Βαλάντης Βορδός

vordos

Ονειρεύτηκα μια αυτοκτονία
σαν ταινία
στην θάλασσα ένα βράδυ τρυφερό
εγώ με τα σκυλιά μου

στην άμμο να ξαπλώσουμε
αγκαλιά
κάτω απ’ τα σύννεφα

Ιδανικά ο καιρός
θα φέρει μια ριπή
το κύμα δυνατό
μέσα θα μας τραβήξει

καβάλα στ’ αρκουδάκια μου
μέχρι την άβυσσο θα περιπλανηθούμε

Οι τίτλοι τέλους διακριτικοί
όπως αρμόζει
σ’ όσους οι εκρήξεις
ήταν μόνο στο μυαλό τους

κι είμαι ένας κλόουν τραγικός, που οι άνθρωποί θα δούνε
να παίζει, να συντρίβεται με την οπλή τού αλόγου*

κι όμως ο επίλογος αυτός
μια εσάνς ρομαντική θα έχει

οι σκύλοι μου θα παίζουν
στο στερέωμα αγκαλιά
με το μικρό αρκουδάκι


* Κώστας Καρυωτάκης, Άλογα μαύρα

2 ποιήματα | Ανθή Τσεκρέκου

kefalas

Που να στραφώ;

Ψάχνω ένα ποίημα για να ταυτιστώ.
(Λέξεις που τις καρφώσανε
σαν τρόπαιο του τίποτα
εικόνες που συνέθλιψαν το νόημα),
ένα ρυθμό να βρω που να σκορπίζεται
όπως τα σύννεφα,
δίχως τη βεβαιότητα του τι είναι,
δίχως το τέλος που λογίζεται σαν δόξα,
δίχως τη γλώσσα και τον οφθαλμό.
Με όλη την αγωνία των αισθήσεων.

***

Η κλεψύδρα του μυαλού μου

Πόσες φορές τη γύρισα πλαγίως καθυστερώντας το απόσταγμα
των ειπωμένων,
να μείνει στέρεο κατακάθι.
Καθυστερώντας,
σε πείσμα όλων των χρονόμετρων,
δεν εναρμονιζόμουν.
Κι έμεινε τόσο στέρεο να διυλίζω
που τίποτε δεν έρρεε
μες στην κλεψύδρα του μυαλού μου.