Ψεύτρα ζωή | Μαριανίνα Κριεζή

μκ

Όλα είν’ ένα ψέμα πικρό
ψεύτρα ζωή σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ
σπίτια, έπιπλα, ρούχα, λεφτά
φεύγουν οι άνθρωποι, μένουν αυτά

Πόσα ακόμα φεγγάρια θα δω
ψεύτρα ζωή σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ
που με βάζεις στο φως, στη σκιά
πάνω στου έρωτα εγώ τη φωτιά

Ένα αυθαίρετο έχω
στη χώρα των τρελών
πεταλούδες εκτρέφω
με αίμα παλιών καημών

Κι όλες φεύγουν χωρίς γυρισμό
ψεύτρα ζωή σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ
που με βάζεις στον ήλιο, στη γη
πάνω στου έρωτα εγώ την πληγή

Το σταυρό μου ας κάνω που ζω
ψεύτρα ζωή σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ
μα σε καίω σαν να ’σαι χαρτί
για δυο ματάκια, για ένα κορμί

Δε μου φτάνεις για να τα χαρώ
ψεύτρα ζωή σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ
που με βάζεις στο φως, στη σκιά
πάνω στου έρωτα εγώ τη φωτιά

Κάποια μέρα θα φύγω κι εγώ
ψεύτρα ζωή σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ
που με βάζεις στον ήλιο, στη γη
πάνω στου έρωτα εγώ την πληγή

2 ποιήματα | Διονύσιος Σολωμός

ΔΣ

Εἰς Φραγκίσκα Φράϊζερ
(θυγατέρα τοῦ Ἄγγλου διοικητῆ τοῦ νησιοῦ)

Μικρός προφήτης ἔρριξε σέ κορασιά τά μάτια,
καί στούς κρυφούς του λογισμούς χαρά γιομάτους εἶπε:
«Κι ἂν γιά τά μάτια σου Καλή, κι ἂν γιά τήν κεφαλή σου,
κρίνους ὁ λίθος ἔβγανε, χρυσό στεφάνι ὁ ἥλιος,
δῶρο δέν ἔχουνε γιά Σέ καί γιά τό μέσα πλοῦτος.
Ὄμορφος κόσμος, ἠθικός, ἀγγελικά πλασμένος.

***

Τό ὄνειρο

Ἄκου ἕν᾿ ὄνειρο, ψυχή μου,
καί τῆς ὀμορφιᾶς θεά·
μοῦ ἐφαινότουν ὅπως ἤμουν
μετ᾿ ἐσένα μία νυχτιά.
Σ᾿ ἕνα ὡραῖο περιβολάκι
περπατούσαμε μαζί,
Ὅλα ἐλάμπανε τ᾿ ἀστέρια,
καί τά κύτταζες ἐσύ.
Ἐγώ τσὤλεα· πέστε, ἀστέρια,
εἶν᾿ κανέν᾿ ἀπό τ᾿ ἐσᾶς,
ποῦ νά λάμπη ἀπό κεῖ ἀπάνου
σάν τά μάτια τῆς κυρᾶς;
Πέστε ἂν εἴδετε ποτέ σας
σ᾿ ἄλλη, τέτοια ὡραῖα μαλλιά,
τέτοιο χέρι, τέτοιο πόδι,
τέτοια ἀγγελική θωριά;
τέτοιο σῶμα ὡραῖον ὅπ᾿ ὅποιος
τό κυττάζει εὐθύς ρωτᾶ·
Ἂν εἶν᾿ ἄγγελος ἐκεῖνος,
πῶς δέν ἔχει καί φτερά;
Κάθε φίλημα, ψυχή μου,
ὅπου μὤδινες γλυκά,
ἐξεφύτρωνε ἄλλο ρόδο
ἀπό τήν τριανταφυλλιά.
Ὅλη νύχτα ἐξεφυτρώσαν,
ως ὁποῦ λάμψεν ἡ αὐγή,
πού μᾶς ηὖρε καί τούς δυό μας
μέ τήν ὄψη μας χλωμή.
Τοῦτο εἶν᾿ τ᾿ ὄνειρο, ψυχή μου·
τώρα στέκεται εἰς ἐσέ,
νά τό κάμης ν᾿ ἀληθέψῃη,
καί νά θυμηθεῖς γιά μέ.

ΥΠ

Επιστροφή στο χάος | Ζήσιμος Λορεντζάτος

145499783_10225387342019334_152486078311292795_n

Η τωρινή φάση ονομάζεται επιστροφή στο χάος (retour au chaos). Η σημασία αυτή της αρχικής αταξίας μέσα στην οποία όλα βρίσκονται ανακατωμένα είναι εντελώς νεότερη. Στην αληθινή σημασία του το χάος (Θεογονία, 116) είναι η άβυσσο που χαίνει στην αρχή του κόσμου∙ δεν είναι το αντίθετο του κόσμου ή της οργάνωσης. Το χάος δεν είναι αντίθετο. Όπως δεν έχει η γη, ο ουρανός, ή ο ωκεανός. Η αντίθεση χάος-κόσμος είναι λαθεμένη εφεύρεση των νεότερων. Το αντίθετο του “κόσμος” στα ελληνικά είναι ακοσμία (Γοργίας, 508).

Ψυχοσάββατο | Κωνσταντία Σωτηρίου

Sotiriou

Το παίξαμε ψύχραιμες στην κηδεία, θα ήταν το
σοκ, είπε αργότερα ο μπαμπάς, πάντως δεν κλάψαμε, ή τουλάχιστον δεν κλάψαμε
πολύ,
τουλάχιστον όχι όσο περίμεναν ή άλλοι ή και εμείς
να κλάψουμε
άλλωστε ήταν κι αυτή η τελετουργία και ο κόσμος που ερχόταν και η ταφή αργότερα και η «παρηγοριά» και οι φίλοι
που ήρθαν να την τιμήσουν,
πολύς κόσμος, είπε αργότερα ικανοποιημένος ο μπαμπάς, είδες πόσοι ήρθαν να την
αποχαιρετήσουν, να την συνοδέψουν στην τελευταία της
κατοικία
ναι, είχαμε γνέψει εμείς, τόσοι φίλοι και γείτονες και παλιοί γνωστοί,
αλήθεια, πόσοι ήρθαν να την
αποχαιρετήσουν, να την δουν τελευταία
φορά
ίσως για αυτό δεν κλάψαμε
τόσο,
εκείνην την
μέρα,
της κηδείας, που έλεγαν όλοι πόσο θα ήταν δύσκολο,
για μας
Δεν κλάψαμε πολύ εκείνη την μέρα,
όχι,
μόνο αργότερα που πήγαμε να φροντίσουμε τα ρούχα της, που πήγαμε να βάλουμε μέσα σε μικρές
βαλίτσες,
τα πουλόβερ και τις μαύρες λοξές τις φούστες,
στις τσάντες τις φύλαγε χαρτομάντιλα και καραμέλες σοκολάτες,
έκλεβε τα μικρά σακουλάκια της ζάχαρης.
Κοίτα,
είπε η αδελφή μου, τα παπούτσια της, πάντα στραβοπατημένο το δεξί κι εκείνο το ταγιέρ το γκρίζο που τόσο της άρεσε να φοράει την Άνοιξη, οι μπλούζες με τα ψεύτικα λουλούδια, θυμάσαι που αγοράσατε μαζί αυτό το παλτό;
Τόση μαζεμένη απουσία,
τόση
μαζεμένη
αβάστακτη
ρουχένια
απουσία.
Στις τσάντες τις φύλαγε χαρτομάντιλα και καραμέλες σοκολάτες,
Κι έκλεβε τα μικρά σακουλάκια της ζάχαρης.


Η Κωνσταντία Σωτηρίου γεννήθηκε στη Λευκωσία. Το βιβλίο της Η Αϊσέ πάει διακοπές (Πατάκης 2015) βραβεύτηκε με το “Athens Prize for Literature” και βρέθηκε στην βραχεία λίστα των κρατικών βραβείων Ελλάδας και Κύπρου. Το βιβλίο της Φωνές από Χώμα, (Πατάκης 2017) βρέθηκε στην βραχεία λίστα των κρατικών βραβείων Ελλάδας και Κύπρου. Το διήγημα της «Έθιμα Θανάτου» έλαβε το παγκόσμιο βραβείο στο διαγωνισμό διηγήματος Κοινοπολιτείας 2019. Τέλος, το βιβλίο της Πικρία Χώρα (Πατάκης 2020) βραβεύτηκε με το Κρατικό Βραβείο Κύπρου. Στο έργο της επικεντρώνεται στις αφηγήσεις των γυναικών απέναντι στην επίσημη ιστορία.

2 ποιήματα | Γιώργος Δ. Μπίμης

bibis

Οδεύοντας στη νύχτα

Νιε καβαλάρη, στις γιορτές, στα πανηγύρια,
σ’ είδα να σέρνεις έναν ξέφρενο χορό,
χρόνο και νιότη να ξοδεύεις στο σωρό
και να σκορπάς της προδοσίας μας τ’ αργύρια.

Καίνε τα χρόνια κι ερημώνουνε τη γη
κι αυτός ο άνεμος τη ρώμη σημαδεύει,
στα παραπήγματα κι απόψε ξεπεζεύει,
να αφυπνίσει μιαν αλλόκοτη πληγή.

Σύννεφα μαύρα πεταρίζουν στον αγέρα
κι όλα οδεύουν σ’ ένα μέλλον σκοτεινό,
κρύα φεγγάρια ξενυχτούν στον ουρανό,
κι αναριγούν στης γκρίζας νύχτας τη φοβέρα.

Σ’ αυτή την κόλαση του άστατου βοριά,
ό,τι κι αν τάξεις, ένα δέος ζωντανεύει,
τσιγγάνα μοίρα στα σοκάκια ζητιανεύει
κι απ’ την αρχή ανακατεύει τα χαρτιά.

Στην άγια στέρηση και στην ανημποριά,
τρέχει το δάκρυ και μια θλίψη μας κυκλώνει,
γύφτισσα μοίρα ξαναρίχνει τα χαρτιά
κι ό,τι κι αν πάρεις απ’ τον πόνο δε σε σώνει.

***

Έρημη γη

Σ’ ένα μακάβριο τοπίο περπατάω
αγκομαχώντας να κερδίσω τον καιρό,
τσιγγάνες μάγισσες στη στράτα μου ρωτάω
κι όλες σου τάζουν ένα μέλλον ζοφερό.

Μες στην αρένα συνωστίζονται οι δούλοι
κι οι μισθοφόροι με τις λόγχες στη γραμμή,
φαύλο καθήκον για το άθλιο μεροδούλι,
για το ψωμί που το ζυμώνουν στεναγμοί.

Κοιτάζω πίσω μα δε βλέπω τη σκιά σου
κι όλο σε χάνω στου καιρού τις συννεφιές,
μα μες στη μνήμη μου κρατάω το όραμά σου,
μια γη σπαρμένη με επουράνιες ομορφιές.

Με μιαν ελπίδα κι ένα δάκρυ στο μαντίλι,
γύρισα μύριες ξενιτιές για να σε βρω.
Στυγνοί φονιάδες, σε προσέγγισαν σαν φίλοι,
να σε κρεμάσουνε σφαχτάρι στο σταυρό.