«Οι Ξεριζωμένοι» του W.G.Sebald | Στράτος Φουντούλης

1

[Μερικές σκέψεις ή μια πρώτη, σύντομη ματιά στο βιβλίο]

Δεν τυγχάνω κριτικός, επομένως θα μου συγχωρεθούν ορισμένες φάλτσες απόψεις που σκέφτομαι να εκθέσω στη δημόσια θέα ειδημόνων που κάνουν συχνά τη τσάρκα τους από τούτα ‘δώ τα μέρη, ας μου συγχωρήσουν ταις αυθαδιάσεις μου, διότι κάποτε θα γράψω και για τον «φιλόξενο καρδινάλιο» του Ε.Χ.Γονατά, που θα πάει, πόσο ακόμη θα παίζουν κρυφτούλι μέσα μου δράμα και μαράζι. Ο Sebald σε αντίθεση με τον Ε.Χ.Γ. -μιας και παρεμπιπτόντως τον ανέφερα- δεν συμπιέζει το χρόνο της αφήγησής του, σε μερικές βραδιές μέσα στον οποίο κινείται. Ο χρόνος του αφηγητή απλώνεται μεν, ομολογεί όμως δε, ότι «Δεν υπάρχει ούτε παρελθόν ούτε μέλλον» μέσω της μνήμης που –όπως και στο άλλο του βιβλίο, το «Άουστερλιτς»…«Η σχέση του χώρου με τον χρόνο, έτσι όπως την βιώνουμε ταξιδεύοντας, έχει ακόμα και σήμερα ένα στοιχείο εξαπάτησης και αυταπάτης, γι’ αυτό κάθε φορά που γυρνάμε από κάπου δεν ξέρουμε ποτέ με βεβαιότητα αν είχαμε όντως λείψει.» Επιλέγει τη σκιαγράφηση της ζωή των ξεριζωμένων γερμανών εβραϊκής καταγωγής μεταναστών, φορώντας επιδέξια το προσωπείο της μοναχικότητας (χαρακτηριστικό και της ζωής του συγγραφέα…), στοιχείο κοινό με τους χαρακτήρες που περιγράφει. Τα αμέτρητα θύματα των πολέμων και των επαναστάσεων του περασμένου αιώνα, ο γερμανός (μη-εβραϊκής καταγωγής) Sebald αφήνεται στη δίνη των γεγονότων που επέλεξε να αναπαραστήσει. Η επιλογή του αφηγηματικού ύφους εισχωρεί με κατανόηση στην ανθρώπινη κατάσταση εκείνων που οι δυνάμεις τους παραπαίουν, μεταφέρονται, κινούνται χωρίς τη θέληση τους, χωρίς καμία εξουσία ή έλεγχο της μοίρας τους. Διαβάστε περισσότερα

Μία ανέκδοτη ποιητική συλλογή του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη | Βαγγέλης Ψαραδάκης # 1δ

Napol

Μονόλογοι του καημένου του Αντωνάκη!..

(Επιλογή)

Σύντροφον

Αντώνην Π..,

Φίλον ορισμένου μέλους
της Κομμουνιστικής Νεολαίας
της Ελλάδος. –

Οδός Μαυροκορδάτου, 5.
Ενταύθα.

1.

Οι επιθυμίες του Αντωνάκη:

«Ξαπλωμένος σα γουρούνι, μες στην Πάκαρ της μαμάς,
και με πρόθυμο ρουφιάνο, τον καλό τον Αποστόλη,
του βαρβάτου μου του κώλου για να σβήσω τας ορμάς,
θα ’θελα να με γαμούσαν εκατό στρατοί και στόλοι!»… Διαβάστε περισσότερα

Συνέντευξη Γιώργου Δάγλα στον Νίκο Λέκκα

1 (2)

Τον Γιώργο Δάγλα -δυστυχώς για μένα- τον γνώρισα εξ αποστάσεως τα τελευταία χρόνια. Και αυτό χάρη σε ένα λεύκωμα cd για την Κατερίνα Γώγου που κυκλοφόρησε από τον εκδοτικό οίκο «Οδός Πανός». Εκεί συμμετείχε με ένα ποίημα για την δική του Κατερίνα και τον είδα να ποζάρει σε φωτογραφίες εποχής στο σπίτι της.

Η φίλη Λ.Κ. με πληροφόρησε ότι επρόκειτο για ελλάσων ποιητή, κολλητό της Κατερίνας, συνεργάτη του «Ιδεοδρομίου», που στην δεκαετία του ‘80, κυκλοφόρησε από τον «Ελεύθερο Τύπο» την πρώτη του ποιητική συλλογή. (Τα τεύχη του «Ιδεοδρομίου», αν και προσιτά σε μένα, δεν τα έχω φυλλομετρήσει πλήρως. Και το «Ιδεοδρόμιο» ήταν ένα περιοδικό που βήμα βήμα εξελισσόταν όπως ακριβώς και η κουλτούρα. Αν διάβαζες «Ιδεοδρόμιο» ήξερες την πορεία της κουλτούρας). Διαβάστε περισσότερα

Πρεσβυωπία | Κωνσταντίνα Τασσοπούλου

tas

[Λύτας – Τασσοπούλου σημειώσατε Χ]

Χρόνια πριν, σε μια γειτονιά της Πρωτεύουσας που θυμίζει χωριό, δυο φίλοι συγγραφείς, γείτονες, έβαλαν στοίχημα. Με λέξεις συγκεκριμένες να γράψουν από ένα διήγημα ο καθένας. Σε χρόνο συγκεκριμένο. Mε κλεψύδρα τους τη νύχτα. Θα ξεκινούσαν τη Δύση και θα τελείωναν την Ανατολή. Εν συνεχεία, θα έδιναν τα ανυπόγραφα διηγήματά τους σε άλλους συγγραφείς. Να κρίνουν. Να διαλέξουν. Να ορίσουνε τον νικητή. Ιδέα εκείνου.

Οι λέξεις ρίχτηκαν απαλά στο τραπέζι. Χαρτάκια κομμένα σε μικρά παραλληλόγραμμα. Κάποιες δικές του, κάποιες δικές της, κάποιο σύνολο συγκεκριμένο όρισε την απομόνωση. Κλείστηκε ο καθένας σ’ ένα δωμάτιο. Στο σπίτι της. Ξεκίνησαν να γράφουν. Διέκοψαν για φαΐ, για χαμόγελο. Εκείνος έπινε ουίσκι. Εκείνη τελείωσε πρώτη. Του το πήγε. Το διαβάσανε. Της χαμογέλασε. Ξημέρωσε αργότερα. Λίγο αργότερα νύχτωσε βαθιά. Διαβάστε περισσότερα

4 ποιήματα | Γιώργος Χαριτωνίδης

char

Θέλο πλίμμα
Απ’ τις σκόνες των ποιητών
προτιμώ την απλή του χώματός μας.
Την αφήνω να μαζεύεται
στο παράθυρο,
στα έπιπλα,
στα ποιήματά μου.
Θέλω να την αγγίζω.
Όπως παλιά παιδί
με το δάκτυλο να γράφω
ανορθόγραφες λέξεις. Διαβάστε περισσότερα