saratsis giorgis

Ο Νοέμβρης τους βρήκε πίσω από κάγκελα
ταμπουρωμένους.
Στον αέρα της πόλης πλανιότανε
το μήνυμά τους.
Τόσα και τόσα χρόνια η ίδια λούπα, μόνο
που οι ίδιοι είχαν πια άσπρα μαλλιά,
στους ώμους τους ασήκωτη τη μοναξιά,
κι ίσως τα παιδιά των παιδιών τους
σ’ ωραία κορνίζα.

***

Το κοντέρ της μοτοσικλέτας
μένει στο μηδέν.
Μόλις πιάνω κατηφόρα
το χτυπάω με το δάχτυλο
όπως ο Τζακ Σπάροου
τη χαλασμένη του πυξίδα.
Με μια γκαζιά περνάω
κλειστά μαγαζιά
έρημες πλατείες
στέκια της μνήμης.
Κάτι παπάκηδες
στριμωγμένοι στο φανάρι
μαρσάρουν για κόντρα.
Γέρνω αγκαλιάζω τη γριά μου
και διακτινίζομαι.


[εικόνα: Γιώργης Σαράτσης]

Μια σκέψη σχετικά μέ το “2 ποιήματα | Ντέμης Κωνσταντινίδης

Σχολιάστε