ksir

Τα απομεινάρια

Αδειάζω τον εαυτό μου από τα ονόματα των άλλων.
Αδειάζω τις τσέπες μου.
Αδειάζω τα παπούτσια μου και τα αφήνω δίπλα στο δρόμο.
Τη νύχτα γυρίζω πίσω τα ρολόγια·
ανοίγω το οικογενειακό άλμπουμ
και με κοιτάζω όταν ήμουν αγόρι.
Τί έχει να κερδίσει; Οι ώρες έχουν κάνει τη δουλειά τους.
Λέω τ’ όνομά μου. Λέω αντίο.
Οι λέξεις ακολουθούν η μια την άλλη προς την κατεύθυνση που φυσάει ο άνεμος.
Αγαπώ τη γυναίκα μου αλλά τη διώχνω .
Οι γονείς μου σηκώνονται απ’ τους θρόνους τους
μες στα λευκά δωμάτια από σύννεφα. Πώς να τραγουδώ;
Ο χρόνος μού λέει τι είμαι. Αλλάζω και πάλι ίδιος μένω.
Αδειάζω τον εαυτό μου απ’ τη ζωή μου
και η ζωή μου εξακολουθεί να υπάρχει.

***

Ο γιος μου

O γιος μου,
ο μονάκριβος γιος μου,
αυτός που ποτέ δεν είχα,
θα ήταν άντρας σήμερα.
Κινείται
στον άνεμο
άυλος, χωρίς όνομα.
Μερικές φορές
έρχεται
-πιο ελαφρύς απ’ τον αέρα-
και ακουμπά το κεφάλι του
πάνω στον ώμο μου
κι εγώ τον ρωτώ,
Γιέ μου,
πού μένεις,
πού κρύβεσαι:
Kαι μου απαντά
με κρύα ανάσα,
Ποτέ δεν το παρατήρησες
παρόλο που τηλεφωνούσα
και τηλεφωνούσα
και συνεχίζω να τηλεφωνώ
από ένα μέρος
πέρα
πέρα από την αγάπη,
όπου τίποτα
όπου τα πάντα
θέλουν να γεννηθούν.

***

Ο γάμος

O άνεμος έρχεται από αντίθετες πλευρές
ταξιδεύοντας αργά.

Αυτή κάνει στροφή στον βαθύ αέρα.
Αυτός περπατά στα σύννεφα.

Αυτή ετοιμάζεται,
τινάζει τα μαλλιά της,

μακιγιάρει τα μάτια της,
χαμογελά.

O ήλιος ζεσταίνει τα δόντια της,
η άκρη της γλώσσα της τα υγραίνει.

Αυτός βουρτσίζει τη σκόνη από το σακάκι του
και ισιώνει την γραβάτα του.

Αυτός καπνίζει.
Σύντομα θα συναντηθούν.

Ο άνεμος τους φέρνει πιο κοντά.
Xαιρετιούνται.

Πιο κοντά, πιο κοντά.
Αγκαλιάζονται.

Αυτή φτιάχνει το κρεβάτι.
Αυτός κατεβάζει το παντελόνι του.

Παντρεύονται
και κάνουν ένα παιδί.

Ο άνεμος τους οδηγεί
σε διαφορετικές κατευθύνσεις.

Ο άνεμος είναι δυνατός, σκέφτεται αυτός
καθώς ισιώνει τη γραβάτα του.

Μου αρέσει αυτός ο άνεμος, λέει αυτή
καθώς φορά το φόρεμά της

O άνεμος ξεδιπλώνεται.
Ο άνεμος είναι το παν γι’ αυτούς.

***

Eσύ το λες

Είναι όλα στο μυαλό, λες,
και δεν έχει καθόλου να κάνει με την ευτυχία.
Ο ερχομός του κρύου,
ο ερχομός της ζέστης, το μυαλό έχει άπειρο χρόνο.
Εσύ παίρνεις το χέρι μου και λες πως κάτι θα συμβεί,
κάτι ασυνήθιστο για το οποίο ήμασταν πάντοτε προετοιμασμένοι,
όπως η άφιξη του ήλιου μετά από μια μέρα στην Ασία,
όπως η αναχώρηση του φεγγαριού μετά από μια νύχτα μαζί μας.
Διατηρώντας τα πράγματα ως ολότητα
Μέσα σε ένα πεδίο είμαι η απουσία του πεδίου.
Αυτό είναι πάντα το θέμα.
Όπου κι αν βρίσκομαι,
είμαι αυτό που λείπει.
Όταν περπατώ χωρίζω τον αέρα
και πάντα ο αέρας επανέρχεται
για να γεμίσει τα κενά εκεί
όπου έχει το σώμα μου υπάρξει.
Ολοι έχουμε λόγους που κινούμαστε
Εγώ κινούμαι για να διατηρώ τα πράγματα ως ολότητα.

***

H ζωή μου

Η τεράστια κούκλα που είναι το σώμα μου
αρνείται να υψώσει το ανάστημά της.
Είμαι το παιχνίδι των γυναικών.
Η μητέρα μου
με υποστύλωσε για τους φίλους της
Μίλα, μίλα, ικέτεψε.
Κούνησα το στόμα μου,
αλλά λέξεις δεν βγήκαν.
Η γυναίκα μου με κατέβασε από το ράφι.
Ξάπλωσα στην αγκαλιά της. Υποφέρουμε
την ασθένεια του εαυτού, ψιθύρισε.
Και ξάπλωσα εκεί βουβός.
Τώρα η κόρη μου μού δίνει ένα πλαστικό με βρεφικά
γεμάτο νερό.
Είσαι το αληθινό μου μωρό, λέει.
Κακόμοιρο παιδί!
Κοιτάζω μέσα στους καφέ
καθρέφτες των ματιών της
και βλέπω τον εαυτό μου
να φθίνει, να βουλιάζει
σε ένα βάθος που αυτή δεν ξέρει ότι είναι εκεί.
Mε κομμένη ανάσα
δεν θ’ ανατείλω ξανά.
Συνηθίζω τον θάνατό μου.
Η ζωή μου είναι μικρή
και γίνεται όλο και μικρότερη. Ο κόσμος είναι πράσινος.
Τίποτα δεν είναι το παν

***

Mάνα και γιος

Ο γιος μπαίνει στο δωμάτιο της μάνας
και στέκεται πλάι στο κρεβάτι όπου εκείνη κείτεται.
Ο γιος πιστεύει ότι θέλει να του πει
ό, τι έχει ανάγκη να ακούσει-ότι είναι το αγόρι της,
πάντα το αγόρι της. O γιος σκύβει να φιλήσει
τα χείλη της μάνας του, αλλά τα χείλη της είναι παγωμένα.
Η ταφή των συναισθημάτων έχει αρχίσει. Ο γιος
αγγίζει τα χέρια της μάνας του μια τελευταία φορά,
έπειτα γυρίζει και βλέπει την πανσέληνο.
Ένα σταχτί φως πέφτει πάνω στο πάτωμα.
Αν το φεγγάρι μπορούσε να μιλήσει, τί θα έλεγε;
Aν το φεγγάρι μπορούσε να μιλήσει,
θα παρέμενε σιωπηλό

***

Ιδιωτικές στιγμές

Θέλεις να ρίξεις μια καλή ματιά στον εαυτό σου. Στέκεσαι μπροστά από έναν καθρέφτη,
βγάζεις το τζάκετ σου, ξεκουμπώνεις το πουκάμισό σου, ανοίγεις τη ζώνη σου,
κατεβάζεις το φερμουάρ του παντελονιού σου. Ο εσωτερικός ρουχισμός σου πέφτει κάτω. Βγάζεις τα παπούτσια
και τις κάλτσες σου, αφήνεις τα πόδια σου γυμνά. Αποσύρεις το εσώρουχό σου.
Αμήχανος, περιεργάζεσαι τον καθρέφτη. Να’ σαι λοιπόν! Εδώ είσαι!
Κι όμως, δεν είσαι εδώ

***

Πρόβλημα στο Pocatello

Ήταν φθινόπωρο. Η μέρα είχε προχωρήσει. Ερχόταν καταιγίδα.
Σμήνη πουλιών πετούσαν νότια .’Ενα ροζ βιολετί ηλιοβασίλεμα
κουκούλωσε το σπίτι, ο άνεμος φύσηξε πολύ δυνατά,
τα κλαδιά των δέντρων τινάχτηκαν έντονα, τα φύλλα έπεσαν σαν νεκρές πεταλούδες
πάνω στο χαλί σιζάλ. «Είμαι σπίτι»,είπε ο σύζυγος. «Oχι ξανά», είπε η σύζυγος.

***

Η ιστορία

Είναι η παλιά ιστορία: παράπονα για το φεγγάρι
που βυθίζεται στη θάλασσα, για τα αστέρια που ξεθωριάζουν με το πρώτο φως,
για το γκαζόν που το βρέχει η δροσιά, για το ασημένιο γκαζόν, για το γκαζόν που κρυώνει.

Και συνεχίζει το δρόμο της: ένας άντρας κοιτά τη σκιά του
και λέει πως είναι η στάχτη του εαυτού του που πέφτει, λέει ότι οι μέρες του
είναι οι πραγματικές μαύρες τρύπες στο διάστημα.
Αλλά τίποτα από αυτά δεν είναι αλήθεια.

Ξέρεις ποιά ιστορία εννοώ: είναι αυτή για τα λεπτά που πεθαίνουν,
και τις ώρες, και τα χρόνια: είναι η ιστορία που λέω
για μένα, για σένα, για τον καθένα.

***

Xιονόπτωση

Παρακολουθώντας το χιόνι να καλύπτει το έδαφος, να καλύπτει τον εαυτό του,
να καλύπτει οτιδήποτε δεν είσαι εσύ,
βλέπεις ότι είναι η μετατόπιση προς τα κάτω του φωτός
πάνω στον ήχο του αέρα που τον παρασύρει
είναι η πτώση των στιγμών σε στιγμές,
η ταφή του ύπνου, η κάθοδος του χειμώνα, το αρνητικό της νύχτας.


Mark Strand: βιογραφικά στοιχεία εδώ

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Ποιήματα, Mark Strand | Ανθολόγηση-μφτρ. Ασημίνα Ξηρογιάννη

Σχολιάστε